Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Alpha Bank: Η αβεβαιότητα για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης συντηρεί τα αρνητικά επιτόκια

tags :
Alpha Bank: Η αβεβαιότητα για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης συντηρεί τα αρνητικά επιτόκια
Alpha Bank: Η αβεβαιότητα για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης συντηρεί τα αρνητικά επιτόκια
Την εκτίμηση ότρι πληθαίνουν οι ανησυχίες για τις οικονομικές προοπτικές της Ευρωζώνης στα επόμενα έτη, καθώς σε επίπεδο επενδύσεων, καταγράφονται σημεία εξασθένισης ενώ στον τομέα των εμπορευματικών συναλλαγών, αισθητή είναι η μείωση των εξαγωγών, εξαιτίας της επιβράδυνσης του παγκοσμίου εμπορίου αναφέρει η Alpha Bank στην εβδομαδιαί της ανάλυση.

Προβληματισμός για την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη   

Η αύξηση του ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ στο δεύτερο εξάμηνο του 2018 στην Ευρωζώνη, επιβραδύνθηκε σε τριμηνιαία βάση σε 0,2% από 0,7% στην αντίστοιχη περίοδο του 2017, με αποτέλεσμα ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για το 2018 να διαμορφωθεί σε 1,9%, από 2,4% το 2017.
Παράλληλα, πληθαίνουν οι ανησυχίες για τις οικονομικές προοπτικές της Ευρωζώνης στα επόμενα έτη, καθώς σε επίπεδο επενδύσεων, καταγράφονται σημεία εξασθένισης ενώ στον τομέα των εμπορευματικών συναλλαγών, αισθητή είναι η μείωση των εξαγωγών, εξαιτίας της επιβράδυνσης του παγκοσμίου εμπορίου.
Η οικονομία της Γερμανίας, εμφανίζεται απροσδόκητα ευάλωτη, εξαιτίας των προβλημάτων παραγωγής του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας, με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να περιορισθεί από 2,2% το 2017 σε 1,5% το 2018, καταγράφοντας τον χαμηλότερο αναπτυξιακό ρυθμό των τελευταίων πέντε ετών.
Η γαλλική οικονομία, η δεύτερη σε μέγεθος της Ευρωζώνης, καταγράφει μείωση των καταναλωτικών δαπανών και επιβράδυνση της δραστηριότητας στον τομέα των υπηρεσιών, περιλαμβανομένων των μεταφορών και του τουρισμού, εξαιτίας των κινητοποιήσεων του κινήματος των «κίτρινων γιλέκων».

Αναθεώρηση σε χαμηλότερα επίπεδα για ανάπτυξη και πληθωρισμό

Η ΕΚΤ προέβη σε αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ του 2019 σε 1,1% από 1,7% που η ίδια προέβλεπε τον περασμένο Δεκέμβριο και σε 1,6% (έναντι 1,7%) το 2020 ενώ διατήρησε αμετάβλητη την εκτίμησή της για το ρυθμό ανάπτυξης του 2021, σε 1,5%.
Η εκτίμηση για τον πληθωρισμό αναθεωρήθηκε επίσης προς τα κάτω σε ολόκληρο το χρονικό ορίζοντα που καλύπτουν οι προβλέψεις, με τη μεγαλύτερη αναθεώρηση να αφορά το 2019 σε 1,2% από 1,6% το Δεκέμβριο. Επιπροσθέτως, ο πληθωρισμός του 2020 αναθεωρήθηκε σε 1,5% και του 2021 σε 1,6% από 1,7% και 1,8% αντιστοίχως των προβλέψεων του Δεκεμβρίου.
Σε παρόμοια πορεία και ο δομικός πληθωρισμός (εξαιρουμένων των τιμών τροφίμων και ενέργειας) ο οποίος αναθεωρήθηκε χαμηλότερα κατά 0,2% για τα έτη 2019-21 σε 1,2%, 1,4% και 1,6% αντίστοιχα.
Η αναθεώρηση αντανακλά κυρίως τα αδύναμα οικονομικά δεδομένα, τις ασθενέστερες προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης και την αναθεώρηση προς τα κάτω των εκτιμήσεων για τις μελλοντικές τιμές του πετρελαίου.
Η υποβάθμιση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη οφείλεται σε εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες.
Οι εξωτερικοί παράγοντες σχετίζονται κυρίως με την επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, τη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα στην Κίνα και την πιθανότητα αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία.
Όσον αφορά τους εσωτερικούς παράγοντες, σχετίζονται πρωτίστως με τα προβλήματα στον κλάδο της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας και την αδυναμία της ιταλικής οικονομίας.
Οι αποφάσεις που ελήφθησαν από την ΕΚΤ ενισχύουν την ανθεκτικότητα της Ευρωζώνης σε περίπτωση εκδήλωσης ενός υφεσιακού περιβάλλοντος, ωστόσο δε θα την απαλλάξουν πλήρως από τις ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις σημαντικών εξωτερικών κινδύνων όπως ένα Brexit χωρίς συμφωνία ή μια γενίκευση της εμπορικής διαμάχης μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ.

Η χρονική μετατόπιση της ανόδου των επιτοκίων και η ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αιφνιδίασε τους επενδυτές αναγγέλλοντας ότι καθυστερεί την άνοδο των βασικών της επιτοκίων και ότι υιοθέτει ένα νέο νωρίτερα του αναμενόμενου, μέτρου πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (LTROs), με στόχο την ενίσχυση της μεσοπρόθεσμης ρευστότητας των τραπεζών και την ενθάρρυνση της χορήγησης νέων πιστώσεων.
Συγκεκριμένα, η άνοδος των επιτοκίων της ΕΚΤ μετατοπίσθηκε χρονικά από το καλοκαίρι του 2019, στα τέλη του ιδίου έτους ενώ παράλληλα ανακοινώθηκε μια νέα σειρά τριμηνιαίων στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης διάρκειας δύο ετών η καθεμία, που θα ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2019 και θα αναχρηματοδότησης δεν είναι τόσο φιλόδοξο όσο το προηγούμενο, καθώς οι τράπεζες μπορούν να δανεισθούν για διάστημα δύο ετών αντί τεσσάρων ετών, που ήταν η διάρκεια των προηγούμενων πράξεων ενώ το επιτόκιο των πράξεων θα προσαρμόζεται σύμφωνα με το επιτόκιο κύριας αναχρηματοδότησης, το οποίο σήμερα διαμορφώνεται στο 0%. Ενδεχομένως, η ΕΚΤ με τη συγκεκριμένη κίνησή της, προσπαθεί να ικανοποιήσει αυτούς που ανησυχούν για την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη και ταυτόχρονα να δώσει στους επενδυτές το μήνυμα, ότι η ανάπτυξη μπορεί στην παρούσα συγκυρία να καταγράφει μια αδυναμία, αλλά είναι παροδική και τα μέτρα έχουν προληπτικό χαρακτήρα.

Η αβεβαιότητα για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης συντηρεί τα αρνητικά επιτόκια

Η απόφαση της ΕΚΤ για αύξηση των βασικών της επιτοκίων περί τα τέλη του 2019, επιβεβαιώνει τη διατήρηση των αρνητικών επιτοκίων τουλάχιστον σε όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Η εν λόγω απόφαση εξέπληξε τις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες ανέμεναν από την ΕΚΤ να διατηρήσει στάση αναμονής για μερικούς ακόμη μήνες, πριν οδηγηθεί σε χαλάρωση της δανειοδοτικής της πολιτικής.
Ωστόσο, η κίνηση της ΕΚΤ έρχεται σε συνέχεια της διακοπής των επιτοκιακών αυξήσεων τόσο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, όσο και την Τράπεζα της Αγγλίας, καθώς οι συγκεκριμένες κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να προστατεύσουν τις εθνικές οικονομίες, από την πιθανολογούμενη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας.
Παρόλα αυτά, η διατήρηση των αρνητικών επιτοκίων από την ΕΚΤ για μεγάλο χρονικό διάστημα (η υιοθέτηση τους ξεκίνησε το 2014) εγείρει ερωτηματικά σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους στην ενίσχυση της χρηματοδότησης. Σε έρευνα της ΕΚΤ (Νο2173/ Aug.2018 Life below zero: bank lending under negative policy rates), επισημαίνονται διάφοροι τρόποι με τους οποίους τα αρνητικά επιτόκια υπονομεύουν τον τραπεζικό δανεισμό.
Οι τράπεζες διστάζουν να μετακυλήσουν τα αρνητικά επιτόκια στους καταθέτες, γεγονός που αυξάνει το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών με υψηλές καταθέσεις και μειώνει την καθαρή τους θέση σε σχέση με τις τράπεζες που διατηρούν χαμηλές καταθέσεις.
Ως εκ τούτου, τα αρνητικά επιτόκια μπορεί να οδηγήσουν σε όλο και μεγαλύτερη ανάληψη κινδύνων και λιγότερη δανειοδότηση, με μεγάλη εξάρτηση από τη χρηματοδότηση καταθέσεων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας υποδηλώνουν, ότι τα αρνητικά επιτόκια είναι λιγότερο ευνοϊκά και μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αν οι δανειοδοτήσεις πραγματοποιούνται από τράπεζες με υψηλά μεγέθη καταθέσεων.

 Υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω στήριξης της οικονομίας της Ευρωζώνης;

Η επιλογή των αρνητικών επιτοκίων ως μέτρο νομισματικής πολιτικής στα χρόνια της οικονομικής κρίσης απέδειξε ότι είναι ικανή να προσδώσει σε μια οικονομία που έχει εισέλθει σε υφεσιακό περιβάλλον, μια αναπτυξιακή δυναμική, Ωστόσο, πολλοί ακαδημαϊκοί και τεχνοκράτες συμφωνούν ότι τα αρνητικά επιτόκια δεν θα πρέπει να διατηρούνται σε μια οικονομία για μακρό χρονικό διάστημα, καθώς στην περίπτωση επανεμφάνισης μιας οικονομικής ύφεσης, δεν προσφέρουν τη δυνατότητα μεγάλων κινήσεων στην άσκηση νομισματικής πολιτικής.      
Η ΕΚΤ μπορεί να εμφανίζεται εγκλωβισμένη στα αρνητικά επιτόκια μέχρι το τέλος του 2019, ωστόσο η επανεπένδυση των ποσών που θα προκύψουν από την εξόφληση των τίτλων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (Asset Purchase Programme - APP) για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση του διευκολυντικού χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.
Η εν Η ΕΚΤ μπορεί να εμφανίζεται εγκλωβισμένη στα αρνητικά επιτόκια μέχρι το τέλος του 2019, ωστόσο η επανεπένδυση των ποσών που θα προκύψουν από την εξόφληση των τίτλων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (Asset Purchase Programme - APP) για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση του διευκολυντικού χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.
Η εν λόγω εξέλιξη, μπορεί να διασφαλίσει χαμηλά επίπεδα επιτοκίων ικανά να συντηρήσουν την οικονομική ανάκαμψη. Στο παιχνίδι επηρεασμού των επιτοκίων η ΕΚΤ μπορεί να στραφεί στο «οπλοστάσιο» της αναζητώντας ενναλακτικά εργαλεία νομισματικής πολιτικής, όπως είναι η μέση διάρκεια ζωής του συνόλου των τίτλων του χαρτοφυλακίου της ή η σύνθεση του χαρτοφυλακίου της, χωρίς να απαιτείται η προσφυγή σε νέες αγορές τίτλων αξιόχρεους.

ΗΠΑ - Αγορά εργασίας

Το ποσοστό της ανεργίας, υποχώρησε το Φεβρουάριο στο 3,8% από 4% που ήταν τον Ιανουάριο ενώ δημιουργηθήκαν μόλις 20 χιλ. νέες θέσεις απασχόλησης.
Σημειώνεται, ότι πρόκειται για τη μικρότερη αύξηση νέων θέσεων απασχόλησης που έχει καταγραφεί από το Σεπτέμβριο του 2017.
Οι περισσότερες θέσεις εργασίας προστέθηκαν στους κλάδους υπηρεσιών, υγείας και χονδρικού εμπορίου ενώ απώλειες θέσεων σημειώθηκαν στους κλάδους κατασκευών και ξενοδοχείων.  
Οι επενδυτές εκτιμούν, ότι ο μικρός αριθμός των νέων θέσεων απασχόλησης δεν ερμηνεύεται ως χειροτέρευση των συνθηκών στην αγορά εργασίας, καθώς αποδίδεται στις καιρικές συνθήκες και στο γεγονός ότι τους προηγούμενους μήνες είχαν καταγραφεί σημαντικές αυξήσεις (Δεκέμβριος: 227 χιλ. νέες θέσεις, Ιανουάριος: 311χιλ. νέες θέσεις).
Ωστόσο, επισημαίνουν ότι αυξάνεται η πιθανότητα ο ρυθμός ανόδου των νέων θέσεων που θα προστεθούν στην οικονομία το 2019 να περιορισθεί, καθώς προβλέπεται επιβράδυνση του ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ, εξαιτίας του οικονομικού κλίματος που έχουν δημιουργήσει στην παγκόσμια οικονομία οι εμπορικές διενέξεις Κίνας και ΗΠΑ.
Σημειώνεται, ότι το ποσοστό ανεργίας στις Ηνωμένες Πολιτείες στην περίοδο 1948-2019 ήταν κατά μέσο όρο 5,76%, με ιστορικά υψηλό το 10,8% το Νοέμβριο του 1982 και ιστορικά χαμηλό το 2,5% τον Μάιο του 1953.
Το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό (ήτοι, του λόγου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού προς το σύνολο του πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών), διατηρήθηκε για δεύτερο κατά σειρά μήνα το Φεβρουάριο στο 63,2% από 63,1% που ήταν το Δεκέμβριο.
Επισημαίνεται ότι, το ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού από το 2014, διαμορφώνεται μεταξύ 62,7% και 62,9%, ενώ πριν την κρίση ανερχόταν στο 66% (Γράφημα 6).
Η παραμονή του ποσοστού συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό σε σχετικά χαμηλό επίπεδο, αντανακλά την υπερπροσφορά του εργατικού δυναμικού, περιορίζοντας την άνοδο των αποδοχών από εργασία. Συγκεκριμένα, το Δεκέμβριο, οι μέσες ωριαίες και εβδομαδιαίες αποδοχές από εργασία αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 3,4% και 4,2% αντίστοιχα. Επισημαίνεται, ότι η ενίσχυση των εισοδημάτων από εργασία συντηρεί το ρυθμό αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης σε σχετικά υψηλά επίπεδα, στηρίζοντας την οικονομική δραστηριότητα.



Ζώνη του Ευρώ (ΖτΕ) - Ποσοστό ανεργίας

Το ποσοστό της ανεργίας, τον Ιανουάριο, παρέμεινε για δεύτερο κατά σειρά μήνα στο 7,8%, ήτοι το χαμηλότερο ποσοστό από τον Οκτώβριο του 2008.
Σημειώνεται, ότι τον Ιανουάριο του 2018, η ανεργία διαμορφωνόταν στο 8,6%. Το ποσοστό της ανεργίας των νέων κάτω των 25 ετών, διατηρήθηκε για τρίτο συνεχή μήνα στο 16,5% από 17,7% που ήταν τον Ιανουάριο του 2018. Παρά την αποκλιμάκωση του ποσοστού της ανεργίας στη ΖτΕ, εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα ποσοστά των επιμέρους κρατών-μελών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, τον Ιανουάριο, το ποσοστό της ανεργίας στη Γερμανία διαμορφώνεται σε ιστορικά χαμηλό (3,2%), ενώ στην Ισπανία απαντάται στο 14,1% και στην Ιταλία στο 10,5%.
Όπως αποτυπώνεται στο Γράφημα 7, το ποσοστό της ανεργίας στη ΖτΕ ακολουθεί πτωτική πορεία από τον Μάϊο του 2013, όταν η ΕΚΤ υιοθέτησε μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να ενισχυθούν οι πληθωριστικές πιέσεις και να στηριχθεί η ανάπτυξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από το Μάρτιο έως τον Ιούνιο του 2013, το ποσοστό της ανεργίας ανερχόταν στο υψηλό 12,1%, ενώ πλέον έχει αποκλιμακωθεί στο 7,8%.
Ωστόσο, δεν έχει επανέλθει ακόμη στα προ κρίσης ποσοστά - περί το 7,5% - αλλά σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ, θα υποχωρήσει σταδιακά στο 7,7% το 2019 για να αγγίξει τελικά το 7,5% το 2021. 
Ωστόσο, η ΕΚΤ στις πρόσφατες προβλέψεις της (ECB Staff Macroeconomic projections, March 2019) προειδοποιεί, ότι αν και το ποσοστό της ανεργίας αναμένεται να μειωθεί σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ζώνης του Ευρώ στην περίοδο 2019-2021, σε ορισμένες θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα.
Παράλληλα, η ΕΚΤ προσδοκά να μετριασθεί ο ρυθμός αύξησης του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού και παρά τις θετικές επιδράσεις που έχουν η μετανάστευση και η ένταξη των προσφύγων στο εργατικό δυναμικό.
Επιπροσθέτως, η υποχώρηση του ποσοστού της ανεργίας ανάμεσα στους νέους αποτελεί πρόκληση για τη ΖτΕ, καθώς αποκλιμακώνεται βραδύτερα από το ποσοστό της ανεργίας για το σύνολο του πληθυσμού, ενώ παραμένει εξαιρετικά υψηλό στα κράτη-μέλη του ευρωπαϊκού Νότου. Συγκεκριμένα, το ποσοστό της ανεργίας για νέους κάτω των 25 ετών, τον Ιανουάριο, στην Ισπανία και την Ιταλία διαμορφωνόταν σε 32,6% και 33,0%, αντίστοιχα, ενώ στην Ελλάδα, το Νοέμβριο (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) ήταν στο 39,1%.



Ισοτιμίες

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου του Σικάγου, οι συνολικές καθαρές τοποθετήσεις (αγορές μείον πωλήσεις) για μη εμπορικές συναλλαγές (specs) στο ευρώ την εβδομάδα που έληξε στις 5 Μαρτίου μειώθηκαν κατά 5.711 συμβόλαια, με αποτέλεσμα οι συνολικές καθαρές θέσεις να διαμορφωθούν στα -78.166 συμβόλαια από -72.455 που ήταν την προηγούμενη εβδομάδα (Γράφημα 8). Σημειώνεται ότι πρόκειται για την πρώτη εβδομαδιαία μείωση που σημειώνεται από τις 26 Φεβρουαρίου .



Ευρώ (EUR/USD) Η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου στις 14 Μαρτίου στην Ευρώπη διαμορφωνόταν περί τα 1,1314 USD/EUR με αποτέλεσμα το ευρώ να καταγράφει από την αρχή του έτους, απώλειες έναντι του δολαρίου (-1,35%), ενώ διαπραγματεύεται υψηλότερα κατά 9,4%, από το χαμηλό των τελευταίων 16 ετών που σημείωσε στις 3 Ιανουαρίου 2017 ($1,0342).
Το ευρώ κατόρθωσε να ανακάμψει από το χαμηλό των 20 μηνών (1,11765 USD/EUR) που κατέγραψε την περασμένη εβδομάδα έναντι του δολαρίου, μετά την ανακοίνωση της ΕΚΤ, ότι προτίθεται να διατηρήσει τα βασικά της επιτόκια στα τρέχοντα επίπεδα τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του 2019, προβαίνοντας παράλληλα σε νέες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρητοδότησης των τραπεζών της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, το μίγμα αισιοδοξίας που προέρχεται από την απόφαση του κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου υπέρ της αποφυγής μιας μη-συμφωνίας Brexit και η χαμηλή μεταβλητότητα στις αγορές συντηρούν το αγοραστικό ενδιαφέρον για το ευρώ.

Ελβετικό Φράγκο (CHF) Το ευρώ, σε εβδομαδιαία βάση, εμφανίζει σταθεροποιητική τάση έναντι του φράγκου, κινούμενο στην περιοχή των 1,1355 φράγκων (14.3.2019). Ωστόσο από την αρχή του έτους το ευρώ, σημειώνει κέρδη έναντι του φράγκου κατά 0,9%.  
Βάσει των δημοσιευθέντων νομισματικών στοιχείων της ΤτΕλβετίας (SNB) την προηγούμενη εβδομάδα, εκτιμάται ότι δεν υπήρξε παρέμβασή της στην αγορά συναλλάγματος για αποτροπή ενίσχυσης του φράγκου, καθώς το ποσό των μετρητών που οι εμπορικές τράπεζες της Ελβετίας είχαν καταθέσει στη SNB, υποχώρησε οριακά στα 576,09 δισ. φράγκα την εβδομάδα που έληξε στις 8 Μαρτίου, έναντι 576,36 δισ. φράγκων που ήταν την εβδομάδα μέχρι και την 1 Μαρτίου.
Στερλίνα (GBP) Θετική η εικόνα της στερλίνας, μετά την καταψήφιση στη Βουλή των Κοινοτήτων της πρότασης για αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) από την ΕΕ χωρίς συμφωνία.
Οι επενδυτές εκτιμούν ότι το αποτέλεσμα μπορεί να οδηγήσει τους ευρωσκεπτικιστές βουλευτές να υποστηρίξουν τελικά τη συμφωνία που έχει διαπραγματευθεί η πρωθυπουργός Theresa May με την ΕΕ.
Ωστόσο, οι ανησυχίες δεν έχουν απομακρυνθεί οριστικά, καθώς η Βουλή των Κοινοτήτων σε νέα της ψηφοφορία μετά από εισήγηση ομάδας συντηρητικών βουλευτών ζητά από την κυβέρνηση να καθυστερήσει την αποχώρησή της (Brexit) από την ΕΕ μέχρι τις 30 Ιουνίου.
Σημειώνεται, ότι η έγκριση της καθυστερημένης αποχώρησης απαιτεί την ομόφωνη απόφαση των κυβερνήσεων των 27 κρατών-μελών της ΕΕ, εφόσον έχει προηγηθεί σχετικό αίτημα από την πλευρά του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η στερλίνα στις 14 Μαρτίου κατέγραφε κέρδη τόσο έναντι του δολαρίου-ΗΠΑ (1,3230 USD/GBP), όσο και έναντι του ευρώ (0,8540 GBP/EUR).
Σημειώνεται, ότι από την αρχή του έτους, η στερλίνα καταγράφει κέρδη 5,0% έναντι του ευρώ και 3,7% έναντι του δολαρίου. Σωρευτικά η στερλίνα από την ημέρα διεξαγωγής του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου 2016, έχει διολισθήσει κατά 10,7% έναντι του δολαρίου και κατά 11,4% έναντι του ευρώ.
Σε επίπεδο ανάληψης επενδυτικού κινδύνου, το ασφάλιστρο κινδύνου (CDS-Credit Default Swaps) πενταετούς διάρκειας διαμορφωνόταν στις 14 Μαρτίου στα 32,8 bps από 33,9 bps που ήταν στις 7 Μαρτίου.

Αγορές ομολόγων – Χαρτοφυλάκιο κρατικών ομολόγων Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης (ΕΚΤ)

Η αξία του χαρτοφυλακίου κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ (Γράφημα 9) που έχει προέλθει από την εφαρμογή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) για την εβδομάδα μέχρι τις 8 Μαρτίου, διαμορφωνόταν στα €2.102 δισ. και ο μέσος εβδομαδιαίος όρος αγοραπωλησιών από την έναρξη του προγράμματος στα €10,1 δισ. Η ΕΚΤ προέβη σε αγορές καλυμμένων ομολόγων, αξίας € 546 εκατ. και  Asset-Βacked Securities αξίας €1 εκατ. Επιπροσθέτως, η ΕΚΤ την περασμένη εβδομάδα πραγματοποίησε αγορές εταιρικών και ασφαλιστικών ομολογιακών τίτλων αξίας €96 εκατ. ενώ η συνολικά αξία του εν λόγω χαρτοφυλακίου διαμορφώθηκε στα €178,3 δισ.



Στην Ελληνική αγορά ομολόγων, το εύρος τιμών αγοράς του 10ετούς κρατικού ομολόγου λήξης 12 Μαρ. 2029 με κουπόνι 3,875%, διαμορφωνόταν στις 14 Μαρτίου μεταξύ 100,36-100,66 ήτοι απόδοση 3,79%-3,88%. Η απόρριψη από το κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου μιας απομάκρυνσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία, συνέβαλε στη δημιουργία του ευνοϊκού κλίματος στην αγορά ομολόγων.
Χαρακτηριστικά αναφαίρετα, ότι η απόδοσή του 10ετούς κρατικού ομολόγου της Γερμανίας κινείται περί το χαμηλό διετίας, ήτοι 0,048%.
Η διαφορά αποδόσεως μεταξύ του 10ετούς της Ελλάδας και του ομολόγου της Γερμανίας (spread) υποχώρησε στις 372 μονάδες βάσεως. Παράλληλα, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Γερμανίας, ως σημείο αναφοράς του κόστους δανεισμού της Ζώνης του Ευρώ, υποχώρησε στο 0,08%.
Το 10ετές ομόλογο της Πορτογαλίας στις 14 Μαρτίου κατέγραφε απόδοση 1,33%, της Ισπανίας 1,18% και της Ιταλίας 2,49%.
Η διαφορά απόδοσης του 10ετούς Πορτογαλικού ομολόγου σε σχέση με την αντίστοιχη του Γερμανικού, διατηρήθηκε στις 125 μ.β. ενώ του 10ετούς Ιταλικού ομολόγου υποχώρησε στις 242 μ.β. H απόδοση του 10-ετούς   ομολόγου των ΗΠΑ διαμορφωνόταν στο 2,63% στις 14 Μαρτίου.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης