Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Scope: Στο «ΒΒΒ-» η αξιολόγηση της Κύπρου, με σταθερό outlook

Scope: Στο «ΒΒΒ-» η αξιολόγηση της Κύπρου, με σταθερό outlook
Υψηλότερη αξιολόγηση από της Ελλάδας, ορίζει για την Κύπρο η Scope
Στο «ΒΒΒ-» όρισε -για πρώτη φορά- την αξιολόγηση για τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Κύπρου η Scope Ratings, με σταθερές προοπτικές (outlook).
Η αξιολόγηση -εντός επενδυτικής κλίμακας- είναι υψηλότερη από της Ελλάδας (Β+, θετικό) αλλά χαμηλότερη από της Πορτογαλίας (ΒΒΒ, σταθερό), επικαλείται.
Ο ευρωπαϊκός οίκος επικαλείται μεταξύ άλλων
Τέλος, η αξιολόγηση αντικατοπτρίζει τη δραματική ανάκαμψη της Κύπρου μετά την κρίση της Ευρωζώνης, που οδήγησε στην επιτυχή έξοδο από το μνημόνιο, τον Μάρτιο 2016.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, στις 21 Αυγούστου 2018, η Scope Ratings ανέφερε πως η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις, με σοβαρότερη αυτή του υπέρογκου δημοσίου χρέους, παρά την έξοδο της χώρας από τα προγράμματα οικονομικής βοήθειας.
Υπενθυμίζεται πως ο ευρωπαϊκός οίκος αναβάθμισε σε «Β+», από «Β», τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας (θετικό outlook), τον περασμένο Μάιο.
Ο οίκος παραθέτει τέσσερις λόγους για βελτίωση στην πιστωτική ποιότητα της Ελλάδας:

-Το δημοσιονομικό πλεόνασμα εκτιμάται σε 0,4% του ΑΕΠ το 2018 (με πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ), μετά από ιστορικές προσπάθειες από δημοσιονομικό έλλειμμα 15,1% του ΑΕΠ το 2009 (και πρωτογενές έλλειμμα 10,1% του ΑΕΠ εκείνο το έτος) .

-Μετά από εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στον δημοσιονομικό και τον τραπεζικό τομέα και οικονομική συρρίκνωση κατά 27,8% μεταξύ του 2ου τριμήνου του 2007 και του 3ου τριμήνου του 2015, η ελληνική οικονομία σταθεροποιήθηκε, με το πεδίο εφαρμογής να αναμένεται ισχυρότερη αύξηση περίπου 2% το 2018 και το 2019.

-Λόγω εν μέρει της συρρίκνωσης των εισαγωγών, ο τρεχούμενος λογαριασμός της Ελλάδας βελτιώθηκε στο -1,1% του ΑΕΠ το δωδεκάμηνο έως τον Ιούνιο του 2018, έναντι -15,1% του ΑΕΠ το 2008.

-Η στήριξη από τους επίσημους πιστωτές της Ευρωζώνης στήριξε ένα πιο ισχυρό προφίλ δημόσιου χρέους, με χαμηλότερες πληρωμές τόκων σε σχέση με τα έσοδα (6,5% το 2017 έναντι 16,6% το 2011) και πολύ μεγάλη μέση σταθμική ληξιπρόθεσμη ληκτότητα (18,1 έτη το πρώτο τρίμηνο του 2018 έναντι 6,3% έτη το 2011).

Η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει πολύ σημαντικές προκλήσεις, με μεγαλύτερη τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, ήτοι στο 180,4% του ΑΕΠ από το 1ο τρίμηνο του 2018 και δεύτερο υψηλότερο -ως ποσοστό επί του ΑΕΠ- στον κόσμο.
«Η επιτυχής έξοδος της Ελλάδας είναι ενθαρρυντική, τα ζητήματα που αφορούν τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας παραμένουν, ωστόσο», σχολιάζει ο Jakob Suwalski, επικεφαλής αναλυτής του Scope για την Ελλάδα.
Σε χρονικό ορίζοντα πενταετίας, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά στο 165% του ΑΕΠ έως το 2023, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Η ευπάθεια της δυναμικής του δημόσιου χρέους της Ελλάδας οφείλεται κυρίως στην όχι τόσο ικανοποιητική μακροπρόθεσμη δημοσιονομική πορεία που απαιτείται για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας.
Στην ανάλυση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για να φθάσει το χρέος στο ΑΕΠ κάτω από το 100% έως το 2060, απαιτούνται σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον 2,2% του ΑΕΠ για 40+ έτη, παράλληλα με ονομαστική αύξηση 3%, επιπλέον των προβλεπόμενων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους .
Αυτό συνεπάγεται υγιή, διατηρήσιμη ανάπτυξη σε μια πολύ εκτεταμένη περίοδο και μια άνευ προηγουμένου συναίνεση σε σχέση με τη συνέχεια της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής.
Κατά την άποψη της Scope, η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους παραμένει ως βασική πρόκληση.
Ωστόσο, οι ανάγκες για μεσοπρόθεσμη αναχρηματοδότηση είναι πλέον πιο εύχρηστες, ενώ οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης στοχεύουν να είναι κάτω του 15% του ΑΕΠ ετησίως μεσοπρόθεσμα και κάτω του 20% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα.
Ορισμένα από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που διευκολύνουν τη μείωση των χρηματοδοτικών αναγκών εξαρτώνται επιπλέον από τη συνέχιση των αυξημένων προϋποθέσεων της ΕΕ έως το 2022.
Ωστόσο, στο πεδίο εφαρμογής αναφέρεται ότι ένας προηγούμενος μηχανισμός προσαρμογής στην ανάπτυξη, ο οποίος θα μπορούσε να συνδέσει τις αποπληρωμές του χρέους της Ελλάδας με την ικανότητα αποπληρωμής, δεν συμφωνήθηκε από το Eurogroup.
Η πρόσβαση της Ελλάδας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές θα παραμένει ελάχιστη, σύμφωνα με τη Scope.
Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων αυξήθηκαν πρόσφατα στο 4,3%, από 3,7% τον Ιούλιο.
«Εντούτοις, το ενισχυμένο ταμειακό υπόλοιπο ύψους 24,1 δισ. ευρώ, που καλύπτει ανάγκες χρηματοδότησης για περίπου 22 μήνες, θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη της αγοράς και θα βοηθήσει την Ελλάδα σε περιόδους μεγαλύτερης αναταραχής στην αγορά», σημειώνει ο Suwalski.
Μετά την έξοδο από το πρόγραμμα του ESM, το χρέος της ελληνικής κυβέρνησης δεν είναι πλέον επιλέξιμο ως ασφάλεια στις πράξεις αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, υποχρεώνοντας τις ελληνικές τράπεζες να αναχρηματοδοτήσουν μέσω των διατραπεζικών αγορών και της δαπανηρής έκτακτης διευκόλυνσης για την παροχή ρευστότητας.
Αυτό έχει νόημα για ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο εξακολουθεί να υφίσταται μια μακρά διαδικασία εκκαθάρισης, με προκλήσεις στην κερδοφορία και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κοντά στο ιστορικό υψηλό του 48,5% επί των συνολικών δανείων τον περασμένο Μάρτιο, το υψηλότερο στην Ευρωζώνη.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης