Τελευταία Νέα
Υγεία & Χρηστικά Νέα

Τι είναι η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης ή SREP, που θα κρίνει τα stress test των ελληνικών τραπεζών;

tags :
Τι είναι η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης ή SREP, που θα κρίνει τα stress test των ελληνικών τραπεζών;
Η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης δείχνει την κατάσταση μιας τράπεζας ως προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους κινδύνους
Η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process (SREP) αναμένεται να επηρεάσει μερικές από τις ελληνικές τράπεζες κατά τα προσεχή stress test στις αρχές του 2018.
Τι είναι όμως η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης ή SREP;
Οι επόπτες αξιολογούν και εκτιμούν τακτικά τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η κάθε τράπεζα.
Αυτή η κύρια δραστηριότητα ονομάζεται διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP).
Συνοψίζει όλα τα πορίσματα των εποπτών ενός ορισμένου έτους και παρέχει κατευθύνσεις ως προς τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί η τράπεζα.
Συγκεκριμένα, η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης δείχνει την κατάσταση μιας τράπεζας ως προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους κινδύνους.
Στην απόφαση SREP, την οποία αποστέλλει ο επόπτης στην τράπεζα στο τέλος της διαδικασίας, προσδιορίζονται βασικοί στόχοι για την αντιμετώπιση των εντοπισθέντων ζητημάτων.
Στη συνέχεια, η τράπεζα πρέπει να λάβει τα αντίστοιχα διορθωτικά μέτρα εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος.

Τι εξετάζουν οι επόπτες;

Για τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού, είναι καίριας σημασίας να εφαρμόζεται ένα κοινό μέτρο σύγκρισης σε όλες τις τράπεζες.
Η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης παρέχει στους επόπτες ένα εναρμονισμένο σύνολο εργαλείων για την εξέταση του προφίλ κινδύνου κάθε τράπεζας από τέσσερις διαφορετικές οπτικές γωνίες.
- Επιχειρηματικό μοντέλο: οι επόπτες αξιολογούν τη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μοντέλου κάθε τράπεζας.
Με άλλα λόγια, εξετάζουν εάν έχει ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων ή εάν εστιάζει μόνο σε λίγους επιχειρηματικούς κλάδους.
Μια τράπεζα η οποία εστιάζει αποκλειστικά στη ναυτιλία, για παράδειγμα, θα ήταν ιδιαίτερα ευάλωτη σε μια επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου ή σε μια υπερβολικά γενναιόδωρη δανειοδότηση προς τον ναυπηγικό κλάδο και χρειάζεται να διαχειριστεί αυτόν τον κίνδυνο.
- Διακυβέρνηση και διαχείριση κινδύνων: οι επόπτες εξετάζουν την οργανωτική δομή κάθε τράπεζας παρακολουθώντας τα όργανα διοίκησής της και ελέγχοντας εάν εφαρμόζεται η κατάλληλη διαχείριση κινδύνων.
- Κίνδυνοι για το κεφάλαιο: οι επόπτες αναλύουν εάν μια τράπεζα διαθέτει ένα επαρκές δίχτυ ασφαλείας για την απορρόφηση ζημιών που προκύπτουν, για παράδειγμα, από κυβερνοεπιθέσεις στα συστήματα πληροφορικής της τράπεζας, από μια απότομη πτώση των τιμών του πετρελαίου ή από τη μη έγκαιρη αποπληρωμή των δανείων από τους δανειολήπτες.
- Κίνδυνοι για τη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση: οι επόπτες ελέγχουν την ικανότητα κάθε τράπεζας να καλύπτει έκτακτες ανάγκες σε μετρητά, για παράδειγμα, σε καιρούς οικονομικής αβεβαιότητας όταν οι καταθέτες ενδέχεται να αποσύρουν πολύ περισσότερα χρήματα απ' ό,τι συνήθως.

Πώς χρησιμοποιείται η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης;

Οι μεικτές εποπτικές ομάδες διενεργούν σε συνεχή βάση τη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης και μία φορά τον χρόνο καταρτίζουν σχετική απόφαση για τις επιμέρους τράπεζες.
Κάθε τράπεζα λαμβάνει μια επιστολή στην οποία καθορίζονται τα συγκεκριμένα μέτρα που χρειάζεται να εφαρμόσει το επόμενο έτος.
Η απόφαση SREP προσαρμόζεται στο προφίλ της κάθε τράπεζας. Γενικά, κάθε τράπεζα πρέπει να συμμορφώνεται με νομικές απαιτήσεις βάσει των οποίων καθορίζεται το ελάχιστο ποσό κεφαλαίου που πρέπει να διακρατεί.
Αυτό συχνά αναφέρεται ως «Πυλώνας 1».
Σε αυτό το σημείο μπαίνει στην εξίσωση η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης. Στην απόφαση SREP, η οποία προσαρμόζεται στην εκάστοτε τράπεζα, ο επόπτης ενδέχεται να ζητήσει από την τράπεζα να τηρεί πρόσθετα κεφαλαιακά αποθέματα ή/και να θέσει ποιοτικές απαιτήσεις (αυτό συχνά αναφέρεται ως «Πυλώνας 2»).
Το τελευταίο θα μπορούσε να αφορά τη δομή διακυβέρνησης ή τη διοίκηση της τράπεζας.
Επίσης, οι αποφάσεις SREP που εκδίδονται για κάθε τράπεζα υποστηρίζουν άλλες εποπτικές δραστηριότητες και συμβάλλουν στην ενδελεχή και συνεχή παρακολούθηση των τραπεζών.
Ενσωματώνονται στον στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδιασμό για τον επερχόμενο εποπτικό κύκλο και έχουν άμεση επίδραση στη συχνότητα και στο βάθος των επιτόπιων και των μη επιτόπιων εποπτικών δραστηριοτήτων για την εκάστοτε τράπεζα.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά για τις τράπεζες;

Κάθε τράπεζα είναι διαφορετική: κάποιες εστιάζουν στις παραδοσιακές υπηρεσίες των εμπορικών τραπεζών, ενώ άλλες ασχολούνται με τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού άλλων εταιρειών.
Κάποιες είναι εκτεθειμένες σε έναν συγκεκριμένο τομέα, ενώ άλλες διαθέτουν ένα μεγαλύτερο εύρος δραστηριοτήτων που εκτείνονται σε διαφορετικούς τομείς.
Αν και για τη διασφάλιση δίκαιης και συνεπούς εποπτείας ακολουθείται μια κοινή μεθοδολογία, οι διαφορές αυτές αντανακλώνται στο πεδίο εφαρμογής, στην ένταση και στη συχνότητα της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου της εκάστοτε τράπεζας.
Οι επόπτες από την ΕΚΤ και από τις εθνικές εποπτικές αρχές, συνεργαζόμενοι στο πλαίσιο των μεικτών εποπτικών ομάδων, λαμβάνουν υπόψη τον δυνητικό αντίκτυπο μιας τράπεζας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, την επικινδυνότητα και την ιδιότητά της, δηλ. εάν πρόκειται για μητρική εταιρεία, θυγατρική ή μεμονωμένο ίδρυμα.
Συνήθως ο επόπτης θα απαιτήσει οι τράπεζες να τηρούν πρόσθετα κεφαλαιακά αποθέματα ως πρόσθετο δίχτυ ασφαλείας ή να πωλήσουν συγκεκριμένα χαρτοφυλάκια δανείων για να μειωθεί ο πιστωτικός κίνδυνος.
Στην πιο ακραία περίπτωση, ο επόπτης ενδέχεται να ζητήσει από μια τράπεζα να αλλάξει διοίκηση ή να προσαρμόσει την επιχειρησιακή στρατηγική της προκειμένου να καταστεί πιο επικερδής.

Είναι η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης κάτι νέο;

Η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης δεν αποτελεί κάτι νέο από μόνη της, καθώς στο παρελθόν διενεργούνταν από τις εθνικές εποπτικές αρχές.
Η καινοτομία της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού έγκειται στο γεγονός ότι τώρα εφαρμόζεται μία κοινή μεθοδολογία και ένα κοινό χρονοδιάγραμμα σε όλες τις σημαντικές τράπεζες εντός της ζώνης του ευρώ.
Η έννοια της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2004 με τις συμφωνίες της Βασιλείας ΙΙ, τις οποίες κατήρτισε η Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας.
Αναθεωρημένοι κανόνες εφαρμόστηκαν σε ολόκληρη την ΕΕ το 2006 και έκτοτε ακολουθούνται από τις διαφορετικές εθνικές εποπτικές αρχές.
Οι 129 μεγαλύτερες τράπεζες στη ζώνη του ευρώ, οι οποίες βρίσκονται υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ, γνωρίζουν τι να περιμένουν: η διαδικασία γίνεται πιο διαφανής και οι διασυνοριακές τράπεζες επωφελούνται ιδιαιτέρως από τη μεγαλύτερη εναρμόνιση των απαιτήσεων.
H EKT απέστειλε τις πρώτες αποφάσεις SREP στις αρχές του 2015. Οι αποφάσεις αυτές βασίζονταν ακόμα στις εθνικές προσεγγίσεις και συμπληρώθηκαν από τα αποτελέσματα του ελέγχου οικονομικής ευρωστίας το 2014, ο οποίος είναι γνωστός ως «συνολική αξιολόγηση».
Ο δεύτερος γύρος αποφάσεων SREP, οι οποίες οριστικοποιήθηκαν στο τέλος του 2015, βασίστηκε για πρώτη φορά σε μια κοινή προσέγγιση που εφαρμόστηκε σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Πρόκειται για σημαντικό βήμα προς την επίτευξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης