Τελευταία Νέα

Πώς παράγουν σήματα οι δείκτες(;) – Δύο μόνον οι βασικοί τρόποι (Διασταύρωση και Απόκλιση)

tags :
Πώς παράγουν σήματα οι δείκτες(;) – Δύο μόνον οι βασικοί τρόποι (Διασταύρωση και Απόκλιση)

Forex

Σε προηγούμενο άρθρο αναλύσαμε διεξοδικά ποιες είναι οι κατηγορίες των δεικτών. Σήμερα θα δούμε πως παράγουν σήματα οι δείκτες.

Παρ’ ότι μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε τους δείκτες σε τρεις-τέσσερις ομάδες – με πολλούς απ’ αυτούς να ανήκουν σε πάνω από μία – υπάρχουν .

Crossovers (Διασταύρωση): Με αυτό τον τρόπο παράγουν σήματα δείκτες οι οποίοι χρησιμοποιούν Σημαντικά Επίπεδα ή Κινητούς Μέσους. Όταν η τιμή του δείκτη συναντηθεί και περάσει ένα από τα παραπάνω δίνεται το ανάλογο σήμα.

Υπό αυτό το σκεπτικό είναι σχεδιασμένοι και οι δείκτες που δίνουν «Overbought» και «Oversold» σήματα. Όταν η τιμή του δείκτη ξεπεράσει ένα ορισμένο επίπεδο (το 70 ή 80 στους περισσότερους) θεωρείται ότι ο υποκείμενος τίτλος είναι «υπεραγορασμένος», άρα το σήμα που λαμβάνουμε είναι ότι αναμένεται επικείμενη πτώση της τιμής του, καθώς η λογική προστάζει τους επενδυτές να πουλήσουν «υψηλά» και να επωφεληθούν. Αντίστοιχα όταν η τιμή πέσει κάτω από ένα επίπεδο (30 ή 20) ο τίτλους θεωρείται «φθηνός» – «υπερπουλημένος» και πολλοί θα αδράξουν την ευκαιρία οδηγώντας την τιμή υψηλότερα.

Divergence (Απόκλιση): Αποτελεί τον έτερο τρόπο παραγωγής σημάτων. Η απόκλιση παρατηρείται όταν η κατεύθυνση της τιμής του δείκτη είναι αντίθετη από αυτή της τιμής του τίτλου. Πρόκειται λοιπόν για απόκλιση μεταξύ των τάσεων, η οποία όταν συμβαίνει, αναμένεται ότι η τιμή του τίτλου θα είναι αυτή που θα «διορθωθεί» ώστε να ακολουθήσει την κατεύθυνση του δείκτη.

Η απόκλιση μπορεί να είναι θετική, δηλαδή ο δείκτης να αποκτά μια θετική (ανοδική) τάση, υποδηλώνοντας ότι η δυναμική της αγοράς αρχίζει να γυρνάει, χωρίς ωστόσο αυτό να φαίνεται στην τιμή του τίτλου ακόμα, ή αρνητική, δηλαδή ενώ ο δείκτης δείχνει αλλαγή στην τάση και ακολουθεί πτωτική πορεία, η τιμή του τίτλου δεν την έχει ακολουθήσει.

Ένας θεμελιώδης κανόνας που καθορίζει την αποτελεσματικότητα όλων των δεικτών και είναι απαραίτητο να αναφερθεί, είναι ότι γενικά, όσες λιγότερες περιόδους χρησιμοποιούν οι δείκτες για τον υπολογισμό τους, τόσο πιο ευμετάβλητοι είναι. Αυτό συμβαίνει γιατί όταν χρησιμοποιούμε λίγες περιόδους, κάθε νέα περίοδος που προστίθεται αποκτά μεγάλη βαρύτητα και επηρεάζει πολύ τον υπολογισμό του δείκτη. Για παράδειγμα αν είχατε να υπολογίσετε τον μέσο όρο 50 περιόδων, κάθε τιμή έχει βάρος 1 προς 50. Ενώ αν έπρεπε να υπολογίσετε τον μέσο όρο 2 περιόδων καταλαβαίνετε ότι και οι 2 τιμές έχουμε πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα.

Όσο περισσότερες περιόδους χρησιμοποιούμε για τον υπολογισμό των δεικτών, τόσο περισσότερο θα αργούν να «ενσωματώσουν» τις νέες πληροφορίες, τόσο πιο καθυστερημένα και λίγα σήματα θα δίνουν, αλλά και με περισσότερη ακρίβεια. Αντίστοιχα, όσο πιο λίγες περιόδους χρησιμοποιούμε, τόσο περισσότερα και έγκαιρα σήματα θα λαμβάνουμε, αλλά με πολλαπλάσιες πιθανότητες  αυτά τα σήματα να είναι λανθασμένα.

Το ιδανικό λοιπόν θα ήταν μια ισορροπία ανάμεσα στα δύο, ανάμεσα στο ρίσκο και το κέρδος. Δεν είναι επιθυμητό, ούτε να χάνουμε ευκαιρίες χρησιμοποιώντας πολύ «αργούς» δείκτες, ούτε να μπαίνουμε εσπευσμένα επηρεαζόμενοι από βιαστικά λάθος σήματα. Πρέπει λοιπόν, αφενός, να καταλάβουμε τον τρόπο που είναι μαθηματικά δομημένοι οι δείκτες και το σκοπό που εξυπηρετούν (Lagging – Leading) και αφ’ εταίρου να βρούμε τους κατάλληλους δείκτες που ταιριάζουν στην στρατηγική μας. Από εκεί και πέρα και όσο κανείς γίνεται πιο έμπειρος, μικρά πειράματα και «πειράγματα» στις περιόδους που ενσωματώνει στους υπολογισμούς του ο κάθε δείκτης είναι απολύτως θεμιτά.

Αλέξιος Μπαλής

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης