Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Εurobank - Σημείο αναφοράς για την ανάκαμψη της οικονομίας η εντυπωσιακή έξοδος της Ελλάδας στις αγορές - Αναγκαία η πολιτική σταθερότητα

Εurobank - Σημείο αναφοράς για την ανάκαμψη της οικονομίας η εντυπωσιακή έξοδος της Ελλάδας στις αγορές - Αναγκαία η πολιτική σταθερότητα
Κρίσιμη η επερχόμενη διαπραγμάτευση ελάφρυνσης του χρέους
Η εντυπωσιακή έξοδος της Ελλάδας στις αγορές αποτελεί σημείο αναφοράς για την ανάκαμψη της οικονομίας, υποστηρίζει η Eurobank στην καθιερωμένη έκθεσή της "7 Hμέρες Οικονομία".

Αναλυτικά, όπως αναφέρει:
•    Η επιτυχής έκδοση του 5ετούς ομολόγου με επιτόκιο 4,95% μαζί με την συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας ενισχύει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αφού:
- Προσθέτει ένα ακόμη επιχείρημα για την επερχόμενη διαπραγμάτευση ελάφρυνσης του χρέους
- Αναμένεται να μειώσει και το κόστος δανεισμού τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα
•    Γενική Κυβέρνηση: Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος του 2014 προϋποθέτει την συνέχιση βελτίωσης του ρυθμού αύξησης των φορολογικών εσόδων καθώς και την βελτίωση των δαπανών μέσω της εφαρμογής των αντίστοιχων μεταρρυθμίσεων.
•    Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις: Η αύξηση τους εξαιτίας της καθυστέρησης της καταβολής της δόσης θα αντιμετωπιστεί από την καταβολή των περίπου 2,5 δις. μέσα στο 2014.
•    Βιομηχανική παραγωγή: το Φεβρουάριο αυξήθηκε σε ετήσια βάση για τρίτο συνεχή μήνα (Φεβ. 2014/2013: +1,6%, Ιαν. 2014/2013: +1,1%).
•    Λιανικό εμπόριο: τον Ιανουάριο ο ετήσιος ρυθμός μείωσης του όγκου των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο επιβραδύνθηκε στο -1,8% από -6,1% το Δεκέμβριο του 2013.
•    Ανεργία: το ποσοστό ανεργίας τον Ιανουάριο 2014 μειώθηκε στο 26,7% από το 27,2% το Δεκέμβριο του 2013.

Στις 10 Οκτωβρίου 2012 στο πρώτο τεύχος του «7 Ημέρες Οικονομία» αναφέραμε ότι η τότε επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου A. Merkel σκοπό είχε μόνο να σηματοδοτήσει το τέλος της αβεβαιότητας σχετικά με την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Σίγουρα πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Η αυριανή επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου A. Merkel αλλά και η σημερινή έξοδος της χώρας στης αγορές μετά από τέσσερα χρόνια σηματοδοτούν μια νέα περίοδο για την ελληνική οικονομία την οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως περίοδο ανάκαμψης υπό προϋποθέσεις.
Την Τετάρτη 9 Απριλίου 2014, τα περιθώρια των 10-ετών ελληνικών ομολόγων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων μειώθηκαν στις 431,5 μβ. Σε εβδομαδιαία βάση η μείωση ήταν μόνο 26,6 μ.β. Ταυτόχρονα τα περιθώρια ήταν χαμηλότερα κατά 257,7 μ.β. σε σχέση με την μέγιστη τιμή του 2014 (27/01/2014) και κατά 2.267,0 μ.β. σε σχέση με το ιστορικό υψηλό της 6ης Μαΐου 2012.
Θεωρούμε την επόμενη περίοδο ως περίοδο ανάκαμψης γιατί μετά από 6 χρόνια ύφεσης και μια σωρευτική μείωση του ΑΕΠ κατά 26.2% - πρωτοφανή και για τα παγκόσμια χρονικά – το 2014 θα είναι η πρώτη χρονιά που η χώρα θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Άλλωστε όπως ήδη εδώ και καιρό έχουμε αναφέρει θεωρούμε ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ για το 2014 θα είναι στο 0,4%. Υποστηρίζουμε την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης γιατί από το 2010 (αλλά με ιδιαίτερη έμφαση από τα τέλη του 2011 και μετά) στην Ελλάδα έχουν επιλυθεί μια σειρά από δημοσιονομικά και διαρθρωτικά προβλήματα που επιτρέπουν την αισιοδοξία για το μέλλον.
Δε θεωρούμε ότι τα προβλήματα της χώρας με κύρια έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν επιλυθεί. Αντίθετα, ο δρόμος είναι δύσκολος ακόμη και πολλά απομένουν για να υλοποιηθούν. Την αμέσως επόμενη περίοδο αναμένεται να δημοσιευθούν τα προαπαιτούμενα μέτρα για την τμηματική καταβολή της δόσης των €8,3 δισ. Δεν αναμένεται να είναι εύκολη η υλοποίηση των νέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τουλάχιστον όχι ευκολότερη από τις προαπαιτούμενες μεταρρυθμίσεις που ολοκληρώθηκαν μέχρι τώρα. Είναι αναγκαία λοιπόν η διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας αλλά και η δημιουργία κλίματος συναίνεσης όσον αφορά τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια αφού γίνεται πλέον φανερό ότι η έξοδος από την κρίση θα επιτευχθεί μόνο την στροφή της ελληνικής οικονομίας προς ένα αποτελεσματικότερο παραγωγικό υπόδειγμα.
Σε πρόσφατη ημερίδα που οργανώθηκε από τον ΙΟΒΕ παρουσιάστηκαν τα σημαντικά οφέλη για την ελληνική οικονομία από την απελευθέρωση του ανταγωνισμού τόσο όσον αφορά τη μείωση των τιμών των αγαθών όσο και την επίπτωση που θα μπορούσαν να έχουν οι μεταρρυθμίσεις στην αύξηση της απασχόλησης μεσοπρόθεσμα .
Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ότι η απόφαση της κυβέρνησης για έξοδο στις αγορές, για πρώτη φορά μετά από 4 χρόνια, με μια μικρή έκδοση (5-ετές ομόλογου συνολικού ύψους €3,0 δισ.)  καθώς και η άμεση και θετική ανταπόκριση από τους επενδυτές δείχνουν ότι οι διεθνείς αγορές είναι διατεθειμένες να αναλάβουν το στοίχημα υπέρ της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Είναι στοίχημα γιατί όπως αναφέραμε παραπάνω ακόμη δεν έχει κριθεί οριστικά η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης καθώς και η διατηρησιμότητα τους για τα επόμενα χρόνια. Αν αυτό είχε συμβεί το επιτόκιο δανεισμού δε θα ήταν κοντά στο 5,0% αλλά αρκετές μονάδες βάσεις χαμηλότερα. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ ότι η απόδοση του πενταετούς ομολόγου της Πορτογαλίας ήταν στο 2,58% στις 9 Απριλίου 2014. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε όμως, πως τον Μάρτιο του 2012 η Ελλάδα με την εφαρμογή του προγράμματος Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (PSI) απομείωσε την αξία των ελληνικών ομολόγων κατά 53.5%. Η πρόσφατη απομείωση του χρέους αποτιμάται στην παρούσα απόδοση  και είναι λογικό – μαζί με την υπάρχουσα αβεβαιότητα για την συνέχιση της εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού προγράμματος – να αυξάνει τον κίνδυνο και συνεπώς και το ασφάλιστρο κινδύνου των νέων ελληνικών τίτλων.
Δε θα πρέπει να παραγνωρίζουμε επίσης ότι η στροφή της οικονομίας προς το νέο εξωστρεφές υπόδειγμα δεν είναι ακόμα εμφανής. Οι εξαγωγές αγαθών της χώρας για το 2013 ήταν στο -2,2% ενώ η βελτίωση του ισοζυγίου πληρωμών οφείλεται κυρίως στην συμπίεση των εισαγωγών εξαιτίας της ύφεσης. Το μόνο ενθαρρυντικό είναι τα έσοδα από τον τουρισμό και οι νέες επενδύσεις στον συγκεκριμένο τομέα τα επόμενα χρόνια. Οι αγορές κρίνουν όμως ότι η πορεία που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής – όσον αφορά την εφαρμογή του προγράμματος σταθεροποίησης - θα συνεχιστεί και τοποθετούνται νωρίς.
Κάποιος θα αναρωτηθεί τότε εδώ γιατί η χώρα τολμά την έξοδο στις αγορές σε αυτό το υψηλό επιτόκιο και δεν περιμένει να μειωθεί αυτό ακόμη περισσότερο. Η απάντηση είναι απλή. Πρώτα από όλα η έκδοση του νέου 5ετούς ομολόγου επιτρέπει την καλύτερη αποτίμηση του κινδύνου της ελληνικής οικονομίας τόσο όσον αφορά το Ελληνικό Δημόσιο όσο και τις μεγάλες επιχειρήσεις που μπορούν να προσφύγουν στην αγορά εταιρικών ομολόγων για την χρηματοδότηση τους. Η δεύτερη τάση ήταν εμφανής τον τελευταίο καιρό αλλά αναμένουμε ότι θα ενταθεί την επόμενη περίοδο (Σχήμα 2). Όσον αφορά το Ελληνικό Δημόσιο τώρα το άμεσο όφελος θα είναι η σημαντική μείωση του βραχυπρόθεσμου κόστους δανεισμού. Μπορεί το επιτόκιο της έκδοσης του νέου πενταετούς ομολόγου να είναι σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο πχ της Πορτογαλίας αλλά αναμένεται ότι θα πιέσει προς τα κάτω τις αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων τίτλων (Εντόκων Γραμματίων Ελληνικού Δημοσίου (ΕΓΕΔ)) μειώνοντας σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης τους από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Σημειώστε ότι οι βραχυπρόθεσμοι τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου ανέρχονται σε περίπου 15,0 δισ. με επιτόκιο 3,1 για τα τρίμηνα και 3,01% για τα εξάμηνα ΕΓΕΔ ενώ η «ακριβή» έκδοση του νέου 5-τους ομολόγου έχει απόδοση 4,95% αλλά αφορά μόνο €3,0 δισ. Εύκολα μπορεί να προκύψει η μείωση στο κόστος εξυπηρέτησης τόκων του Προϋπολογισμού αν η απόδοση των ΕΓΕΔ συμπιεστεί σε επίπεδα χαμηλότερα της παρούσας απόδοσης τους.
Η έκδοση του νέου 5ετούς ομολόγου θα αποτελέσει και ένα επιπλέον επιχείρημα για την επερχόμενη διαπραγμάτευση που αφορά τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012. Πλέον οι αγορές φαίνεται να προεξοφλούν μια λύση στο πρόβλημα του χρέους – που όπως έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν θα έχει τη μορφή της επέκτασης της ληκτότητας  και της μείωσης των επιτοκίων και όχι μιας άμεσης απομείωσης. Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το επιχείρημα στην επερχόμενη διαπραγμάτευση με μία βασική προϋπόθεση. Δεν θα πρέπει να χαλαρώσει η προσπάθεια εφαρμογής του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Στην αντίθετη περίπτωση αυτό θα αποτιμηθεί και στην απόδοση του νέου 5ετούς ομολόγου στην δευτερογενή αγορά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2014, το δημοσιονομικό ισοζύγιο σε ταμειακή, μη ενοποιημένη,  βάση  ήταν θετικό (δημοσιονομικό πλεόνασμα) στα €1,9 δισ. και σαφώς βελτιωμένο από την αντίστοιχη περίοδο του 2013 κατά €1,8 δισ.. Το πρωτογενές ισοζύγιο σε ταμειακή, μη ενοποιημένη, βάση ήταν θετικό στα €3,53 δισ. βελτιωμένο κατά €2,1 δισ. ή 144,3% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013.  
Η βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου, αν και σημαντική, δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμό στην κυβέρνηση. Το ζητούμενο από εδώ και πέρα είναι η διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο ίδιο επίπεδο και το 2014. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το ΔΝΤ το πρωτογενές πλεόνασμα τόσο του 2013 όσο και του 2014 αναμένεται στο 1,5% του ΑΕΠ .
Τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014 ανέρχονταν σε €16,56 δις αυξημένα κατά €2,93 δισ. ή 1,8% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013. Τα έξοδα της Γενικής Κυβέρνησης για την ίδια περίοδο ανέρχονταν σε €14,62 δις μειωμένα κατά €1,51 δισ. ή -9,4% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013. Δε θα σταθούμε στη μείωση των δαπανών η οποία μπορεί να είναι συγκυριακή. Η μείωση των δαπανών του Ελληνικού Δημοσίου άλλωστε είναι πλέον θέμα εφαρμογής του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Την σημασία της εφαρμογής του την αναλύσαμε εκτενώς παραπάνω. Το κρίσιμο σημείο για την επίτευξη του παραπάνω στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2014 είναι ο ρυθμός αύξησης των φορολογικών εσόδων. Τα αναλυτικά στοιχεία της Κεντρικής Κυβέρνησης  είναι ενθαρρυντικά όσον αφορά τα φορολογικά έσοδα. Τα έσοδα της Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014 εμφάνισαν αύξηση κατά 1,5% σε ετήσια βάση αλλά μείωση κατά €0,6 δισ. ή -6,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μηνιαίο στόχο. Η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ανησυχητική και προκαλεί προβληματισμό για την επίτευξη του σχετικού ετήσιου στόχου για το 2014, καθώς υπάρχει υστέρηση εσόδων ήδη από τους δύο πρώτους μήνες του έτους.
Αν το φαινόμενο αυτό συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες τότε υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα δημοσιονομικό κενό για το 2014. Βέβαια, είναι πιθανό αυτή η υστέρηση να είναι συγκυριακή και τα έσοδα των επόμενων μηνών να προσεγγίσουν τους αντίστοιχους στόχους του Προϋπολογισμού 2014. Αυτό είναι το καλό ενδεχόμενο όσον αφορά την εξέλιξη των εσόδων για το 2014. Πιο αναλυτικά, για τους δύο πρώτους μήνες του 2014, τα φορολογικά έσοδα είναι μειωμένα κατά -1,1% σε ετήσια βάση και κατά -6,2% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος (φυσικών και νομικών προσώπων) παρουσιάζουν μείωση -24,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Τα έσοδα από τους φόρους περιουσίας (συμπεριλαμβάνουν το Ειδικό Έκτακτο Τέλος Ακινήτων (ΕΕΤΑ) 2013, τις δόσεις των Φόρων Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) 2011-2013, κτλ) παρουσιάζουν μείωση -14,6% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Τα συνολικά έσοδα από τον ΦΠΑ για τους δύο πρώτους μήνες του 2014 ήταν επίσης μειωμένα κατά -2,5% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Από τις επιμέρους κατηγορίες του ΦΠΑ παρουσιάζουν μείωση αυτές των πετρελαιοειδών (-39,4% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014) και του καπνού (-24,7% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014). Αντίθετα, αύξηση παρουσιάζουν τα έσοδα από τον ΦΠΑ των υπόλοιπων κατηγοριών (9,0% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014).

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης